Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλειότης
μεγαλειωτός
μεγαλέμπορος
μεγαλεπίβολος
μεγαλεπίβουλος
μεγαληγορέω
μεγαληγορία
μεγαλήγορος
μεγαληνορία
μεγαλήνωρ
μεγαλήτωρ
μεγαλήφατος
μεγαλίζομαι
μεγαλόβιος
μεγαλοβλαβής
μεγαλοβόας
μεγαλόβουλος
μεγαλοβρεμέτης
μεγαλόβρομος
μεγαλόβρυχος
μεγαλόβωλος
View word page
μεγαλήτωρ
great-hearted, heroic

ShortDef

great-hearted, heroic

Debugging

Headword:
μεγαλήτωρ
Headword (normalized):
μεγαλήτωρ
Headword (normalized/stripped):
μεγαλητωρ
IDX:
54951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54952
Key:

Data

{'content': 'great-hearted, heroic'}