Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μεγαλαύχητος
μεγαλαυχία
μεγάλαυχος
μεγαλεῖος
μεγαλειότης
μεγαλειωτός
μεγαλέμπορος
μεγαλεπίβολος
μεγαλεπίβουλος
μεγαληγορέω
μεγαληγορία
μεγαλήγορος
μεγαληνορία
μεγαλήνωρ
μεγαλήτωρ
μεγαλήφατος
μεγαλίζομαι
μεγαλόβιος
μεγαλοβλαβής
μεγαλοβόας
μεγαλόβουλος
View word page
μεγαληγορία
big talking
ShortDef
big talking
Debugging
Headword:
μεγαληγορία
Headword (normalized):
μεγαληγορία
Headword (normalized/stripped):
μεγαληγορια
IDX:
54947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54948
Key:
Data
{'content': 'big talking'}