Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μεγαλαύχημα
μεγαλαύχην
μεγαλαυχητέον
μεγαλαύχητος
μεγαλαυχία
μεγάλαυχος
μεγαλεῖος
μεγαλειότης
μεγαλειωτός
μεγαλέμπορος
μεγαλεπίβολος
μεγαλεπίβουλος
μεγαληγορέω
μεγαληγορία
μεγαλήγορος
μεγαληνορία
μεγαλήνωρ
μεγαλήτωρ
μεγαλήφατος
μεγαλίζομαι
μεγαλόβιος
View word page
μεγαλεπίβολος
attempting great objects

ShortDef

attempting great objects

Debugging

Headword:
μεγαλεπίβολος
Headword (normalized):
μεγαλεπίβολος
Headword (normalized/stripped):
μεγαλεπιβολος
IDX:
54944
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54945
Key:

Data

{'content': 'attempting great objects'}