Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαχετέον
μαχετέος
μάχη
μαχήμων
μάχηνδε
μαχητέον
μαχητής
μαχητικός
μαχητός
μάχιμος
μαχιμώδης
μαχλεύομαι
μαχλικός
μάχλος
μαχλοσύνη
Μαχμά
μάχομαι
μαχομένως
μάψ2
μαψαῦραι
μαψίδιος
View word page
μαχιμώδης
warlike, quarrelsome

ShortDef

warlike, quarrelsome

Debugging

Headword:
μαχιμώδης
Headword (normalized):
μαχιμώδης
Headword (normalized/stripped):
μαχιμωδης
IDX:
54895
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54896
Key:

Data

{'content': 'warlike, quarrelsome'}