Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
Ματιανός
ματίη
ματιολοιχός
μάτος
ματρόδοκος
ματρόθεν
ματρομάτωρ
ματρόπολις
ματροπόλος
ματρυιά
ματρυλεῖον
μάτρυλλος
Ματταθίας
ματτυάζω
ματτύη
μαῦλις
μαῦλις2
μαυλιστήπιον
Μαυρουσία
Μαυρούσιος
μαυρόω
View word page
ματρυλεῖον
brothel
ShortDef
brothel
Debugging
Headword:
ματρυλεῖον
Headword (normalized):
ματρυλεῖον
Headword (normalized/stripped):
ματρυλειον
IDX:
54850
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54851
Key:
Data
{'content': 'brothel'}