Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ματαιολόγος
ματαιοποιός
ματαιοπονέω
ματαιοπόνημα
ματαιοπονία
ματαιοπόνος
ματαιοπώγων
μάταιος
ματαιότεκνος
ματαιοτεχνία
ματαιότης
ματαιόφρων
ματαιοφωνία
ματαιόφωνος
ματαιόω
ματαϊσμός
Μάταλλος
ματάω
ματεύω
μάτη
μάτην
View word page
ματαιότης
vanity, purposelessness

ShortDef

vanity, purposelessness

Debugging

Headword:
ματαιότης
Headword (normalized):
ματαιότης
Headword (normalized/stripped):
ματαιοτης
IDX:
54827
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54828
Key:

Data

{'content': 'vanity, purposelessness'}