Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαστιγονομέομαι
μαστιγοφορέω
μαστιγοφόρος
μαστιγόω
μαστιγώσιμος
μαστίγωσις
μαστιγωτέος
μαστίζω
μαστίκτωρ
μάστιξ
μαστίον
μαστιστής
μαστιχᾶτον
μαστιχάω
μαστιχέλαιον
μαστίχη
μαστίχινος
μαστίω
μαστόδετον
μαστοειδής
Μαστορίδης
View word page
μαστίον
cup

ShortDef

cup

Debugging

Headword:
μαστίον
Headword (normalized):
μαστίον
Headword (normalized/stripped):
μαστιον
IDX:
54785
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54786
Key:

Data

{'content': 'cup'}