Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναβροχισμός
ἀναβρόχω
ἀναβρυάζω
ἀναβρυχάομαι
ἀναβρυχάω
ἀνάβρωσις
ἀναβρωτικός
ἀναγαλλίς
ἀναγαργαρίζω
ἀναγαργάρισμα
ἀναγαργαρισμός
ἀναγαργαριστέον
ἀναγαργάριστον
ἀναγγείωτος
ἀναγγελία
ἀναγγέλλω
ἀνάγγελμα
ἀνάγγελος
ἀναγγελτικός
ἀνάγγελτος
ἀναγείρω
View word page
ἀναγαργαρισμός
gargling
ShortDef
gargling
Debugging
Headword:
ἀναγαργαρισμός
Headword (normalized):
ἀναγαργαρισμός
Headword (normalized/stripped):
αναγαργαρισμος
IDX:
5475
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5476
Key:
Data
{'content': 'gargling'}