Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μάρων
Μαρώνεια
μαρώνη
Μασάδα
μασάομαι
μάσδασνος
μάσημα
Μάσης
μάσησις
μασητά
μασητήρ
μάσθλημα
μάσθλης
μασθλήτινος
Μασίστης
Μασίστρης
μασκαύλης
μάσμα
μάσπετον
Μασσαγέται
Μασσαλία
View word page
μασητήρ
chewer

ShortDef

chewer

Debugging

Headword:
μασητήρ
Headword (normalized):
μασητήρ
Headword (normalized/stripped):
μασητηρ
IDX:
54743
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54744
Key:

Data

{'content': 'chewer'}