Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναβρέχομαι
ἀναβρομέω
ἀναβροντάω
ἀναβροχισμός
ἀναβρόχω
ἀναβρυάζω
ἀναβρυχάομαι
ἀναβρυχάω
ἀνάβρωσις
ἀναβρωτικός
ἀναγαλλίς
ἀναγαργαρίζω
ἀναγαργάρισμα
ἀναγαργαρισμός
ἀναγαργαριστέον
ἀναγαργάριστον
ἀναγγείωτος
ἀναγγελία
ἀναγγέλλω
ἀνάγγελμα
ἀνάγγελος
View word page
ἀναγαλλίς
pimpernel, Anagallis arvensis
ShortDef
pimpernel, Anagallis arvensis
Debugging
Headword:
ἀναγαλλίς
Headword (normalized):
ἀναγαλλίς
Headword (normalized/stripped):
αναγαλλις
IDX:
5472
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5473
Key:
Data
{'content': 'pimpernel, Anagallis arvensis'}