Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μάρσιππος
Μαρσύας
μαρτιχόρας
μαρτυρέω
μαρτύρημα
μαρτύρησις
μαρτυρητέον
μαρτυρητικός
μαρτυρία
μαρτυρίη
μαρτύριον
μαρτυρογράφιον
μαρτύρομαι
μαρτυροποιέω
μαρτυροποίημα
μαρτυροποίησις
μαρτυροποιΐα
μάρτυς
Μάρων
Μαρώνεια
μαρώνη
View word page
μαρτύριον
a testimony, proof

ShortDef

a testimony, proof

Debugging

Headword:
μαρτύριον
Headword (normalized):
μαρτύριον
Headword (normalized/stripped):
μαρτυριον
IDX:
54725
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54726
Key:

Data

{'content': 'a testimony, proof'}