Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μάρναμαι
μᾶρον
μαρούλιον
Μαρπήσση
Μάρπησσος
μάρπτις
μάρπτω
μάρρον
Μαρρουκῖνος
μαρσίππιον
μάρσιππος
Μαρσύας
μαρτιχόρας
μαρτυρέω
μαρτύρημα
μαρτύρησις
μαρτυρητέον
μαρτυρητικός
μαρτυρία
μαρτυρίη
μαρτύριον
View word page
μάρσιππος
bag, pouch
ShortDef
bag, pouch
Debugging
Headword:
μάρσιππος
Headword (normalized):
μάρσιππος
Headword (normalized/stripped):
μαρσιππος
IDX:
54715
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54716
Key:
Data
{'content': 'bag, pouch'}