Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαρμαρωσσός
μάρναμαι
μᾶρον
μαρούλιον
Μαρπήσση
Μάρπησσος
μάρπτις
μάρπτω
μάρρον
Μαρρουκῖνος
μαρσίππιον
μάρσιππος
Μαρσύας
μαρτιχόρας
μαρτυρέω
μαρτύρημα
μαρτύρησις
μαρτυρητέον
μαρτυρητικός
μαρτυρία
μαρτυρίη
View word page
μαρσίππιον
pouch

ShortDef

pouch

Debugging

Headword:
μαρσίππιον
Headword (normalized):
μαρσίππιον
Headword (normalized/stripped):
μαρσιππιον
IDX:
54714
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54715
Key:

Data

{'content': 'pouch'}