Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μαρμαρόω
μαρμαρυγή
μαρμαρυγώδης
μαρμαρύσσω
μαρμαρώδης
μαρμαρῶπις
μαρμαρωπός
μαρμάρωσις
μαρμαρωσσός
μάρναμαι
μᾶρον
μαρούλιον
Μαρπήσση
Μάρπησσος
μάρπτις
μάρπτω
μάρρον
Μαρρουκῖνος
μαρσίππιον
μάρσιππος
Μαρσύας
View word page
μᾶρον
sage, Teucrium Marum
ShortDef
sage, Teucrium Marum
Debugging
Headword:
μᾶρον
Headword (normalized):
μᾶρον
Headword (normalized/stripped):
μαρον
IDX:
54706
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54707
Key:
Data
{'content': 'sage, Teucrium Marum'}