Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαρμαρόπτερος
μάρμαρος
μαρμαρουργός
μαρμαροφεγγής
μαρμαρόω
μαρμαρυγή
μαρμαρυγώδης
μαρμαρύσσω
μαρμαρώδης
μαρμαρῶπις
μαρμαρωπός
μαρμάρωσις
μαρμαρωσσός
μάρναμαι
μᾶρον
μαρούλιον
Μαρπήσση
Μάρπησσος
μάρπτις
μάρπτω
μάρρον
View word page
μαρμαρωπός
with sparkling eyes

ShortDef

with sparkling eyes

Debugging

Headword:
μαρμαρωπός
Headword (normalized):
μαρμαρωπός
Headword (normalized/stripped):
μαρμαρωπος
IDX:
54702
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54703
Key:

Data

{'content': 'with sparkling eyes'}