Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μάργος
μαργοσύνη
μαργότης
Μαρδόνιος
μάρδος
Μάρδος
Μάρδων
Μαρέη
Μάρεια
Μᾶρες
μάρη
Μαριανδυνία
Μαριανδυνός
μαριεύς
Μαριλάδης
μαριλευτής
μαρίλη
μαριλοκαύτης
μαριλοπότης
μαρῖνος
Μάριος
View word page
μάρη
a hand

ShortDef

a hand

Debugging

Headword:
μάρη
Headword (normalized):
μάρη
Headword (normalized/stripped):
μαρη
IDX:
54662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54663
Key:

Data

{'content': 'a hand'}