Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μάντις
μαντοσύνα
μαντοσύνη
μαντόσυνος
μανώδης
μάνωσις
μανωτικός
Μάξυες
μαππάριος
μαππίον
μάραγνα
μαραθίτης
μαραθοειδής
μάραθον
Μαραθών
Μαραθωνομάχης
μαραίνομαι
μαραίνω
μάρανσις
μαραντικός
μαρασμός
View word page
μάραγνα
a whip, scourge

ShortDef

a whip, scourge

Debugging

Headword:
μάραγνα
Headword (normalized):
μάραγνα
Headword (normalized/stripped):
μαραγνα
IDX:
54624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54625
Key:

Data

{'content': 'a whip, scourge'}