Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μάντευμα
μαντεύομαι
μαντευτέον
μαντευτέος
μαντευτικός
μαντευτός
μαντήιον
μαντιάρχης
μαντικός
Μαντίνεια
Μαντινεύς
μαντίον
Μάντιος
μαντιπολέω
μαντιπόλος
μάντις
μαντοσύνα
μαντοσύνη
μαντόσυνος
μανώδης
μάνωσις
View word page
Μαντινεύς
of Mantinea, Mantinean

ShortDef

of Mantinea, Mantinean

Debugging

Headword:
Μαντινεύς
Headword (normalized):
μαντινεύς
Headword (normalized/stripped):
μαντινευς
IDX:
54609
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54610
Key:

Data

{'content': 'of Mantinea, Mantinean'}