Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μανάκις
μανδάκης
μάνδαλος
μανδαλωτός
μανδήλη
μάνδρα
μανδραγόρας
μανδραγοριζομένη
μανδραγορικός
μανδραγορίτης
μανδύα
μανδυοειδής
Μανεθώς
Μανερῶς
μάνης
Μανῆς
μανθάνω
μανία
Μανία
μανία2
μανιάκης
View word page
μανδύα
woollen cloak
ShortDef
woollen cloak
Debugging
Headword:
μανδύα
Headword (normalized):
μανδύα
Headword (normalized/stripped):
μανδυα
IDX:
54562
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54563
Key:
Data
{'content': 'woollen cloak'}