Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαλθάσσω
μάλθων
Μαλιακός
μαλιασμός
μαλιάω
μαλιναθάλλη
μάλιον
μάλιστα
μάλκη
μάλκιος
μαλκίω
Μάλλιος
μαλλόδετος
μαλλοειδής
μᾶλλον
μαλλός
Μαλλός
μάλλωσις
μαλλωτάριον
Μαλλώτης
μαλλωτός
View word page
μαλκίω
to become numb with cold, to be torpid

ShortDef

to become numb with cold, to be torpid

Debugging

Headword:
μαλκίω
Headword (normalized):
μαλκίω
Headword (normalized/stripped):
μαλκιω
IDX:
54523
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54524
Key:

Data

{'content': 'to become numb with cold, to be torpid'}