Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μαλθάζω
μαλθακευνία
μαλθακίζομαι
μαλθακιστέον
μαλθακιστέος
μαλθακός
μαλθακότης
μαλθακόφωνος
μαλθακώδης
μαλθάσσω
μάλθων
Μαλιακός
μαλιασμός
μαλιάω
μαλιναθάλλη
μάλιον
μάλιστα
μάλκη
μάλκιος
μαλκίω
Μάλλιος
View word page
μάλθων
weakling
ShortDef
weakling
Debugging
Headword:
μάλθων
Headword (normalized):
μάλθων
Headword (normalized/stripped):
μαλθων
IDX:
54514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54515
Key:
Data
{'content': 'weakling'}