Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαλακόσαρκος
μαλακόστρακος
μαλακόσωμος
μαλακότης
μαλακοτρεφής
μαλακότριχος
μαλακόφθαλμος
μαλακόφλοιος
μαλακόφρων
μαλακόφωνος
μαλακόχειρ
μαλακοψυχέω
μαλακόψυχος
μαλακτέον
μαλακτήρ
μαλακτικός
μαλακτός
μαλακύνω
μαλακώδης
μάλαξις
μαλάσσω
View word page
μαλακόχειρ
soft-handed

ShortDef

soft-handed

Debugging

Headword:
μαλακόχειρ
Headword (normalized):
μαλακόχειρ
Headword (normalized/stripped):
μαλακοχειρ
IDX:
54487
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54488
Key:

Data

{'content': 'soft-handed'}