Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαλακοποιέω
μαλακοποιός
μαλακόπους
μαλακοπύρηνος
μαλακός
μαλακόσαρκος
μαλακόστρακος
μαλακόσωμος
μαλακότης
μαλακοτρεφής
μαλακότριχος
μαλακόφθαλμος
μαλακόφλοιος
μαλακόφρων
μαλακόφωνος
μαλακόχειρ
μαλακοψυχέω
μαλακόψυχος
μαλακτέον
μαλακτήρ
μαλακτικός
View word page
μαλακότριχος
with soft hair

ShortDef

with soft hair

Debugging

Headword:
μαλακότριχος
Headword (normalized):
μαλακότριχος
Headword (normalized/stripped):
μαλακοτριχος
IDX:
54482
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54483
Key:

Data

{'content': 'with soft hair'}