Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαλαγματίζω
μαλαγματώδης
μαλακαίπους
μαλακαύγητος
μαλακευνέω
μαλακευτικός
μαλάκια
μαλακία
μαλακίζομαι
μαλακιστέον
μαλακίων
μαλακόγειος
μαλακόγναθος
μαλακογνώμων
μαλακόδερμος
μαλακοειδής
μαλακόθριξ
μαλακοκόλαξ
μαλακοκρανεύς
μαλακόλαλος
μαλακοποιέω
View word page
μαλακίων
darling

ShortDef

darling

Debugging

Headword:
μαλακίων
Headword (normalized):
μαλακίων
Headword (normalized/stripped):
μαλακιων
IDX:
54462
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54463
Key:

Data

{'content': 'darling'}