Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μάκτρον
μακύνω
μάλα
μαλαβάθρινος
μαλάβαθρον
μάλαγμα
μαλαγματίζω
μαλαγματώδης
μαλακαίπους
μαλακαύγητος
μαλακευνέω
μαλακευτικός
μαλάκια
μαλακία
μαλακίζομαι
μαλακιστέον
μαλακίων
μαλακόγειος
μαλακόγναθος
μαλακογνώμων
μαλακόδερμος
View word page
μαλακευνέω
lie on a soft bed

ShortDef

lie on a soft bed

Debugging

Headword:
μαλακευνέω
Headword (normalized):
μαλακευνέω
Headword (normalized/stripped):
μαλακευνεω
IDX:
54456
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54457
Key:

Data

{'content': 'lie on a soft bed'}