Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μακρόκωπος
μακρόλοβος
μακρολογέω
μακρολογία
μακρολόγος
μακρόμαλλος
μακρόμισθος
μακρονοσέω
μακρονοσία
μακρόξυλος
μακροπέπερι
μακρόπεπλος
μακροπεριοδεύτως
μακροπερίοδος
μακρόπνοια
μακρόπνοος
μακροποιέω
μακρόπολος
μακροπόνηρος
μακροπονία
μακροπόρευτος
View word page
μακροπέπερι
long pepper, Piper longum

ShortDef

long pepper, Piper longum

Debugging

Headword:
μακροπέπερι
Headword (normalized):
μακροπέπερι
Headword (normalized/stripped):
μακροπεπερι
IDX:
54379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54380
Key:

Data

{'content': 'long pepper, Piper longum'}