Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Μαιμακτηριών
Μαιμάκτης
Μαιμαλίδης
μαιμάω
Μαίναλον
μαίνανδρος
μαινάς
μαίνη
μαινίς
μαινόλης
μαίνομαι
μαινομένη
μαίομαι
μαιόομαι
Μάϊος
Μαιρά
Μαῖρα
μαίσων
Μαίων
Μαιώτης
Μαιωτικός
View word page
μαίνομαι
to rage, be furious

ShortDef

to rage, be furious

Debugging

Headword:
μαίνομαι
Headword (normalized):
μαίνομαι
Headword (normalized/stripped):
μαινομαι
IDX:
54276
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54277
Key:

Data

{'content': 'to rage, be furious'}