Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀναβαστάζω
ἀναβατέον
ἀναβατήριον
ἀναβάτης
ἀναβατικός
ἀναβατός
ἀναβέβρυχα
Ἀναβησίνεως
ἀναβήσσω
ἀναβιβάζω
ἀναβιβασμός
ἀναβιβαστέον
ἀναβιβαστέος
ἀναβιβρώσκω
ἀναβιοτή
ἀναβιόω
ἀναβίωσις
ἀναβιώσκομαι
ἀναβλαστάνω
ἀναβλάστησις
ἀνάβλεμμα
View word page
ἀναβιβασμός
the throwing back the accent

ShortDef

the throwing back the accent

Debugging

Headword:
ἀναβιβασμός
Headword (normalized):
ἀναβιβασμός
Headword (normalized/stripped):
αναβιβασμος
IDX:
5425
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-5426
Key:

Data

{'content': 'the throwing back the accent'}