Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μάθησις
μαθητεία
μαθητέος
μαθητεύω
μαθητής
μαθητιάω
μαθητικεύομαι
μαθητικός
μαθητός
μαθήτρια
μάθος
Μαῖα
μαῖα
Μαιάνδριος
Μαίανδρος
μαιανδρώδης
Μαιάς
μαιεία
μαίευμα
μαιεύομαι
μαίευσις
View word page
μάθος
learning

ShortDef

learning

Debugging

Headword:
μάθος
Headword (normalized):
μάθος
Headword (normalized/stripped):
μαθος
IDX:
54249
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54250
Key:

Data

{'content': 'learning'}