Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαθημοσύνη
μάθησις
μαθητεία
μαθητέος
μαθητεύω
μαθητής
μαθητιάω
μαθητικεύομαι
μαθητικός
μαθητός
μαθήτρια
μάθος
Μαῖα
μαῖα
Μαιάνδριος
Μαίανδρος
μαιανδρώδης
Μαιάς
μαιεία
μαίευμα
μαιεύομαι
View word page
μαθήτρια
female student

ShortDef

female student

Debugging

Headword:
μαθήτρια
Headword (normalized):
μαθήτρια
Headword (normalized/stripped):
μαθητρια
IDX:
54248
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54249
Key:

Data

{'content': 'female student'}