Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαζήρεοι
μαζηρός
μαζίσκη
μαζονόμον
μαζονόμος
μαζοπέπτης
μαζοποιέω
μαζοποιός
Μαζουσία
μαζοφαγέω
μαζοφάγος
μαζύγιον
μαθαλίς
μάθημα
μαθηματικεύομαι
μαθηματικός
μαθηματοπωλικός
μαθημοσύνη
μάθησις
μαθητεία
μαθητέος
View word page
μαζοφάγος
eating barley-bread

ShortDef

eating barley-bread

Debugging

Headword:
μαζοφάγος
Headword (normalized):
μαζοφάγος
Headword (normalized/stripped):
μαζοφαγος
IDX:
54231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54232
Key:

Data

{'content': 'eating barley-bread'}