Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μαδίζω
μαδιστήριον
μαδός
μάδος
Μάδυτος
μαδών
μᾶζα
μαζαγόας
μαζαγρέτας
Μαζάρης
μαζάω
μαζήρεοι
μαζηρός
μαζίσκη
μαζονόμον
μαζονόμος
μαζοπέπτης
μαζοποιέω
μαζοποιός
Μαζουσία
μαζοφαγέω
View word page
μαζάω
knead a barley-cake
ShortDef
knead a barley-cake
Debugging
Headword:
μαζάω
Headword (normalized):
μαζάω
Headword (normalized/stripped):
μαζαω
IDX:
54220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54221
Key:
Data
{'content': 'knead a barley-cake'}