Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

μαδάω
μάδησις
μαδιγένειος
μαδίζω
μαδιστήριον
μαδός
μάδος
Μάδυτος
μαδών
μᾶζα
μαζαγόας
μαζαγρέτας
Μαζάρης
μαζάω
μαζήρεοι
μαζηρός
μαζίσκη
μαζονόμον
μαζονόμος
μαζοπέπτης
μαζοποιέω
View word page
μαζαγόας
one who complains about bread

ShortDef

one who complains about bread

Debugging

Headword:
μαζαγόας
Headword (normalized):
μαζαγόας
Headword (normalized/stripped):
μαζαγοας
IDX:
54217
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54218
Key:

Data

{'content': 'one who complains about bread'}