Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
μαγικός
μαγίς
μαγκίππιον
μάγλα
μάγμα
μαγμός
Μάγνης
Μαγνησία
Μαγνητικός
Μάγνος
μάγοιρος
Μάγος
Μᾶγος
μαγοφόνια
μαγύδαρις
μαγῳδία
Μάγων
μάδαρα
μαδαριάω
μαδαροκέφαλος
μαδαρός
View word page
μάγοιρος
slaughterer, butcher (meat-salesman
ShortDef
slaughterer, butcher (meat-salesman
Debugging
Headword:
μάγοιρος
Headword (normalized):
μάγοιρος
Headword (normalized/stripped):
μαγοιρος
IDX:
54193
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54194
Key:
Data
{'content': 'slaughterer, butcher (meat-salesman'}