Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λυχνίτης
λυχνῖτις
λυχνόβιος
λυχνοειδής
λυχνοκαΐα
λυχνοκαυτέω
λυχνομαντεία
λυχνοποιέω
λυχνοποιός
λυχνόπολις
λυχνοπωλέω
λυχνοπώλης
λύχνος
λυχνοῦχος
λυχνοφορέω
λυχνοφόρος
λυχνώδης
λύω
λῶ
λωβάομαι
λωβεία
View word page
λυχνοπωλέω
deal in lamps
ShortDef
deal in lamps
Debugging
Headword:
λυχνοπωλέω
Headword (normalized):
λυχνοπωλέω
Headword (normalized/stripped):
λυχνοπωλεω
IDX:
54097
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54098
Key:
Data
{'content': 'deal in lamps'}