Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λυχνεῖον
λυχνέλαιον
λυχνεύς
λυχνεύς2
λυχνεών
λυχνία
λυχνιαῖος
λυχνίον
λυχνίς
λυχνίσκος
λυχνίτης
λυχνῖτις
λυχνόβιος
λυχνοειδής
λυχνοκαΐα
λυχνοκαυτέω
λυχνομαντεία
λυχνοποιέω
λυχνοποιός
λυχνόπολις
λυχνοπωλέω
View word page
λυχνίτης
a precious stone of a red colour
ShortDef
a precious stone of a red colour
Debugging
Headword:
λυχνίτης
Headword (normalized):
λυχνίτης
Headword (normalized/stripped):
λυχνιτης
IDX:
54087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54088
Key:
Data
{'content': 'a precious stone of a red colour'}