Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λυτός
λύτρον
λυτρόω
λυτρώσιμος
λύτρωσις
λυτρωτέον
λυτρωτέος
λυτρωτής
λυτρωτός
λυχναῖος
λυχναπτέομαι
λυχνάπτιον
λυχνεῖον
λυχνέλαιον
λυχνεύς
λυχνεύς2
λυχνεών
λυχνία
λυχνιαῖος
λυχνίον
λυχνίς
View word page
λυχναπτέομαι
light lamps

ShortDef

light lamps

Debugging

Headword:
λυχναπτέομαι
Headword (normalized):
λυχναπτέομαι
Headword (normalized/stripped):
λυχναπτεομαι
IDX:
54075
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54076
Key:

Data

{'content': 'light lamps'}