Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λυσιτελούντως
λυσιτόκος
λυσιφάρμακον
λυσιφλεβής
λυσίφρων
λυσιχίτων
λυσιῳδός
λύσσα
λυσσαίνω
λυσσαλέος
λυσσάς
λυσσάω
λυσσηδόν
λύσσημα
λυσσητήρ
λυσσητικός
λυσσόδηκτος
λυσσοδίωκτος
λυσσομανέω
λυσσομανής
λυσσομανία
View word page
λυσσάς
raging mad
ShortDef
raging mad
Debugging
Headword:
λυσσάς
Headword (normalized):
λυσσάς
Headword (normalized/stripped):
λυσσας
IDX:
54044
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54045
Key:
Data
{'content': 'raging mad'}