Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λύσις
Λύσις
Λυσιστράτη
λυσισωματέω
λυσιτέλεια
λυσιτελέω
λυσιτελής
λυσιτελούντως
λυσιτόκος
λυσιφάρμακον
λυσιφλεβής
λυσίφρων
λυσιχίτων
λυσιῳδός
λύσσα
λυσσαίνω
λυσσαλέος
λυσσάς
λυσσάω
λυσσηδόν
λύσσημα
View word page
λυσιφλεβής
opening the veins

ShortDef

opening the veins

Debugging

Headword:
λυσιφλεβής
Headword (normalized):
λυσιφλεβής
Headword (normalized/stripped):
λυσιφλεβης
IDX:
54037
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54038
Key:

Data

{'content': 'opening the veins'}