Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λυσιμέριμνος
λύσιμος
λύσιος
λυσιπαίγμων
λυσιπήμων
λυσίποθος
λυσιπόλεμος
λυσιπόνιον
λυσίπονος
Λύσιππος
Λυσίππου
λύσις
Λύσις
Λυσιστράτη
λυσισωματέω
λυσιτέλεια
λυσιτελέω
λυσιτελής
λυσιτελούντως
λυσιτόκος
λυσιφάρμακον
View word page
Λυσίππου
Lysippus

ShortDef

Lysippus

Debugging

Headword:
Λυσίππου
Headword (normalized):
λυσίππου
Headword (normalized/stripped):
λυσιππου
IDX:
54026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54027
Key:

Data

{'content': 'Lysippus'}