Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λυροποιός
λυροφοῖνιξ
λυρῳδέω
λυρῳδία
λυρωνία
Λυσάνδρια
Λύσανδρος
λυσανίας
Λυσανίας
λυσέρως
λυσήνωρ
Λυσιάνασσα
Λυσίας
λυσίγαμος
λυσιγυῖα
λυσίδρως
λυσιέθειρα
λυσίζωνος
λυσίθριξ
λυσίκακος
λυσίκοπος
View word page
λυσήνωρ
relaxing men

ShortDef

relaxing men

Debugging

Headword:
λυσήνωρ
Headword (normalized):
λυσήνωρ
Headword (normalized/stripped):
λυσηνωρ
IDX:
54001
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-54002
Key:

Data

{'content': 'relaxing men'}