Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λύκολυγξ
Λυκομήδης
λυκόμορφος
Λυκόοργος
λυκοπάνθηρος
λυκοπέρσιον
Λυκόποδες
λυκορραίστης
λύκος
Λύκος
Λυκόσουρα
λυκοσπάς
λυκόστομος
Λυκούργεια
Λυκοῦργος
λυκόφθαλμος
λυκοφιλία
λυκοφίλιος
Λυκοφόντης
λυκοφόρος
Λυκόφρων
View word page
Λυκόσουρα
Lycosura

ShortDef

Lycosura

Debugging

Headword:
Λυκόσουρα
Headword (normalized):
λυκόσουρα
Headword (normalized/stripped):
λυκοσουρα
IDX:
53926
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53927
Key:

Data

{'content': 'Lycosura'}