Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λυκοκτόνον
λυκοκτόνος
λύκολυγξ
Λυκομήδης
λυκόμορφος
Λυκόοργος
λυκοπάνθηρος
λυκοπέρσιον
Λυκόποδες
λυκορραίστης
λύκος
Λύκος
Λυκόσουρα
λυκοσπάς
λυκόστομος
Λυκούργεια
Λυκοῦργος
λυκόφθαλμος
λυκοφιλία
λυκοφίλιος
Λυκοφόντης
View word page
λύκος
a wolf

ShortDef

a wolf
Lycus

Debugging

Headword:
λύκος
Headword (normalized):
λύκος
Headword (normalized/stripped):
λυκος
IDX:
53924
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53925
Key:

Data

{'content': 'a wolf'}