Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λυγίζομαι
λυγίζω
λύγινος
λύγιον
λύγισμα
λυγισμός
λυγιστικός
λυγκαίνω
λύγκειος
Λυγκεύς
Λυγκηστής
Λύγκος
λυγμός
λύγξ
λύγξ2
λυγόδεσμος
λυγοειδής
λυγοπλόκος
λύγος
λυγοτευχής
λυγόω
View word page
Λυγκηστής
Lyncestes
ShortDef
Lyncestes
Debugging
Headword:
Λυγκηστής
Headword (normalized):
λυγκηστής
Headword (normalized/stripped):
λυγκηστης
IDX:
53840
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53841
Key:
Data
{'content': 'Lyncestes'}