Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λοχίτης
λόχμα
λοχμάζω
λοχμαῖος
λόχμη
λοχμώδης
λόχονδε
λόχος
Λυαῖος
λύβερνος
λυγαῖος
λύγγιος
λυγγούριον
λυγγώδης
Λύγδαμις
λύγδη
λύγδην
λύγδινος
λύγδος
λύγη
λυγίζομαι
View word page
λυγαῖος
shadowy, murky, gloomy

ShortDef

shadowy, murky, gloomy

Debugging

Headword:
λυγαῖος
Headword (normalized):
λυγαῖος
Headword (normalized/stripped):
λυγαιος
IDX:
53820
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53821
Key:

Data

{'content': 'shadowy, murky, gloomy'}