Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λοῦσσον
λουστέον
λούστης
λουταρίζημα
λουτήρ
λουτήριον
λουτιάω
λουτρικός
λούτριον
λουτρίς
λουτροδάϊκτος
λουτρόν
λουτρόομαι
λουτροποιός
λουτροφορέω
λουτροφόρος
λουτροχοέω
λουτροχόος
λουτρών
λουτρωνικός
λούω
View word page
λουτροδάϊκτος
slain in the bath

ShortDef

slain in the bath

Debugging

Headword:
λουτροδάϊκτος
Headword (normalized):
λουτροδάϊκτος
Headword (normalized/stripped):
λουτροδαικτος
IDX:
53759
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53760
Key:

Data

{'content': 'slain in the bath'}