Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λοπίς
λοπός
λορδός
λορδόω
λόρδωμα
λόρδων
λόρδωσις
λουδοτρόφος
λοῦκα
λούκουντλος
λοῦμα
λουμενάριον
Λουπερκάλια
Λοῦπος
λούππις
Λουσιεύς
λοῦσις
λοῦσσον
λουστέον
λούστης
λουταρίζημα
View word page
λοῦμα
stream

ShortDef

stream

Debugging

Headword:
λοῦμα
Headword (normalized):
λοῦμα
Headword (normalized/stripped):
λουμα
IDX:
53742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53743
Key:

Data

{'content': 'stream'}