Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

λόπιμος
λοπίς
λοπός
λορδός
λορδόω
λόρδωμα
λόρδων
λόρδωσις
λουδοτρόφος
λοῦκα
λούκουντλος
λοῦμα
λουμενάριον
Λουπερκάλια
Λοῦπος
λούππις
Λουσιεύς
λοῦσις
λοῦσσον
λουστέον
λούστης
View word page
λούκουντλος
cake

ShortDef

cake

Debugging

Headword:
λούκουντλος
Headword (normalized):
λούκουντλος
Headword (normalized/stripped):
λουκουντλος
IDX:
53741
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53742
Key:

Data

{'content': 'cake'}