Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λοξοκέλευθος
λοξοκίνητος
λοξοπεριπάτητος
λοξοπορέω
λοξόπορος
λοξός
λοξότης
λοξοτρόχις
λοξόφθαλμος
λοξοχρήσμων
λοξόω
λόξωσις
λοπαδαρπαγίδης
λοπαδεύω
λοπάδιον
λοπαδοφυσητής
λοπάς
λοπάω
λοπητός
λοπίζω
λόπιμος
View word page
λοξόω
make slanting, cast sideways
ShortDef
make slanting, cast sideways
Debugging
Headword:
λοξόω
Headword (normalized):
λοξόω
Headword (normalized/stripped):
λοξοω
IDX:
53721
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53722
Key:
Data
{'content': 'make slanting, cast sideways'}