Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
λοξοβλεπτέω
λοξοειδής
λοξοκέλευθος
λοξοκίνητος
λοξοπεριπάτητος
λοξοπορέω
λοξόπορος
λοξός
λοξότης
λοξοτρόχις
λοξόφθαλμος
λοξοχρήσμων
λοξόω
λόξωσις
λοπαδαρπαγίδης
λοπαδεύω
λοπάδιον
λοπαδοφυσητής
λοπάς
λοπάω
λοπητός
View word page
λοξόφθαλμος
oblique-eyed
ShortDef
oblique-eyed
Debugging
Headword:
λοξόφθαλμος
Headword (normalized):
λοξόφθαλμος
Headword (normalized/stripped):
λοξοφθαλμος
IDX:
53719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-53720
Key:
Data
{'content': 'oblique-eyed'}